Παρατηρήσεις στην ΠΠρΑθ 1008/2018
Στην παραπάνω απόφαση αξιολογείται ως πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού η αντιγραφή (κατά δουλική απομίμηση) ενός προϊόντος (γυναικείας τσάντας) από ανταγωνιστή του παραγωγού της μέσω άλλης τσάντας. Η απόφαση δέχεται τον κίνδυνο σύγχυσης δηλαδή την εσφαλμένη εντύπωση που δημιουργείται στον καταναλωτή ως προς την προέλευση του προϊόντος (από τον πραγματικό κατασκευαστή ή τον ανταγωνιστή) ή ως προς την νομική ή οργανωτική ή εμπορική τους σχέση (εμπορική συνεργασία, σχέση θυγατρικής ή μη κλπ.).
Με βάση το πρότυπο του πληροφορημένου, ευλόγως προσεκτικού και ενημερωμένου καταναλωτή, η παραπάνω απόφαση καταλήγει στην κρίση ότι υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης καθόσον υφίσταται «εξαιρετικά υψηλός βαθμός οπτικής ομοιότητας του επίδικου ιδιαίτερου διασχηματισμού με τον διασχηματισμό της γυναικείας τσάντας του εναγομένου, καθώς και το πανομοιότυπο των προϊόντων που αυτοί διακρίνουν, κίνδυνος ο οποίος δεν αποτρέπεται από την χρήση ενός λεκτικού σημείου». Δηλαδή κρίνει ότι δύο πανόμοια προϊόντα δεν αίρουν τον κίνδυνο σύγχυσης στην αντίληψη του καταναλωτή λόγω διαφορετικής διακριτικής ένδειξης (ή σήματος) επί του αντιγραφικού προϊόντος.
Η ελληνική νομολογία κατά την κρατούσα άποψη δέχεται ότι υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης για τον καταναλωτή καθώς αυτός «συνήθως δεν έχει ούτε τον χρόνο ούτε ειδική αφορμή να εντείνει ιδιαίτερα την προσοχή του στη διαφορά ανταγωνιστικών προϊόντων, ακόμα και αν οι διαφορές που υπάρχουν σε κάθε περίπτωση παραποίησης ή απομίμησης προϊόντων είναι επουσιώδεις, με αποτέλεσμα να παρασύρεται στην αγορά των όμοιων προϊόντων από την ύπαρξη ουσιωδών ομοιοτήτων και όχι επουσιωδών διαφορών αυτών» (ΑΠ 241/1991 ΕλΔ 1991 σ. 72, ΕφΑθ 7405/2004 ΕλΔ 2006 σ. 205, ΕφΘεσ 4098/1995 EπισκΕμπΔ 1996, 657, ΕφΘεσ 3586/1991 Αρμ 46, 144, ΕφΠειρ 647/1988 ΠειρΝομ 10, 304, ΕφΑθ 356/1987 ΕλλΔ 28, 906). Άλλωστε «οι επουσιώδεις διαφορές, … υπάρχουσες σε κάθε παραποίηση ή απομίμηση, δεν αποκλείουν αυτές και μόνο, χωρίς τη συνδρομή και άλλων περιστατικών, τη σύγχυση στον κοινό καταναλωτή» (ΑΠ 1803/2007 ΕλΔ 2008 σ. 130επ.)
Κατά τη νομολογία, (ενδεικτικώς ΑΠ 1223/2014 ΕλΔ 2015 σ. 432επ., ΑΠ 1519/20145 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1477/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 220/2004 ΔΕΕ 2004 σ. 748) σχετικός κίνδυνος σύγχυσης, υπάρχει όταν, «είναι πιθανό να δημιουργηθεί σε ένα εμπορικά αξιόλογο μέρος του συναλλακτικού κοινού, και ειδικότερα στον άπειρο μέσο καταναλωτή, η πλανημένη εντύπωση ότι πρόκειται για την ίδια επιχείρηση ή για διαφορετικές επιχειρήσεις με οργανωτικό ή οικονομικό δεσμό ή συνεργασία μεταξύ τους». Μάλιστα κατά την ίδια νομολογία (ΑΠ 670/2010 ΝΟΜΟΣ) η σύγχυση προκαλείται στον «μέσο και όχι πάντα ιδιαίτερα προσεκτικό και ενημερωμένο καταναλωτή», ενώ το πρότυπο του μέσου καταναλωτή κατά την ίδια νομολογία δεν είναι ο πεπειραμένος καταναλωτής (έτσι ακριβώς ΑΠ 241/1991 ΕλΔ 1991 σ. 72, ΕφΑθ 7405/2004 ΕλΔ 2006 σ. 205).
Ωστόσο, και στο δίκαιο του αθέμιτου ανταγωνισμού, πέραν του δικαίου του καταναλωτή αλλά και του δικαίου των σημάτων, αρχίζει πλέον κατά την ελληνική νομολογία ο κίνδυνος σύγχυσης να αξιολογείται και να καταφάσκεται ή να απορρίπτεται με βάση το πρότυπο του ενημερωμένου και εξειδικευμένου καταναλωτή-συναλλασσόμενου. Εγκαταλείπεται το πρότυπο του απρόσεκτου και μη ενημερωμένου ή μη υποψιασμένου καταναλωτή. Με βάση αυτό το κριτήριο έκρινε την ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης και η παραπάνω απόφαση. Η διαφοροποίηση αυτή παρατηρείται κυρίως στα πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια δικαστήρια με αντιγραφή της άποψης που επικρατεί την κοινοτική νομολογία περί του τύπου του ενημερωμένου-προσεκτικού καταναλωτή, ο οποίος τίθεται ως σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση της ύπαρξης κινδύνου σύγχυσης (βλ. ενδεικτικώς ΕφΑθ 6157/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2130/2013 ΔΕΕ 2013 σ. 770, ΕφΑθ 2123/2014 ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 270/2015 ΔΕΕ 2015 σ. 357, ΜΠρΠειρ 141/2016 ΕΕμπΔ 2016 σ. 951, ΜΠρΣερ 253/2015 Αρμ 2016 σ. 641).
Όπως έχει ήδη επισημανθεί (Μαρίνος, παρατ. σε ΑΠ 1223/2014 ΕλΔ 2015 σ. 444επ.) η επικράτηση του κριτηρίου ενός ενημερωμένου και προσεκτικού καταναλωτή θα καταστήσει πιο επιφυλακτική την νομολογία ως προς την κατάφαση του κινδύνου σύγχυσης στο δίκαιο των σημάτων και εν γένει των διακριτικών γνωρισμάτων αλλά και στο δίκαιο του αθέμιτου ανταγωνισμού.
Ιάκωβος Βενιέρης, Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω, Επικ. Καθηγητής Νομικής Αθηνών
Η δικηγορική μας εταιρεία έχει χειριστεί υποθέσεις τέτοιας φύσης, όμως η
απλή ανάγνωση του παρόντος δεν παρέχει πλήρη ενημέρωση, η οποία παρέχεται από τους δικηγόρους της εταιρείας μας.