Ο εντολέας δίνει κάποια χρήματα στον εντολοδόχο, για να τα χρησιμοποιεί στο πλαίσιο της εντολής που δίνει στον εντολοδόχο και ο εντολοδόχος με τα χρήματα αυτά υλοποιεί την εντολή του εντολέα.
Από την διάταξη του άρθρου 713 ΑΚ, κατά τους ορισμούς της οποίας«με τη σύμβαση της εντολής ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να διεξαγάγει χωρίς αμοιβή την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας», προκύπτει ότι η εντολή είναι ενοχική σύμβαση, με την οποία ο εντολοδόχος αναλαμβάνει την
υποχρέωση να διεξαγάγει την υπόθεση που του ανέθεσε ο εντολέας χωρίς αμοιβή κατά δε την διάταξη του άρθρου 719 ΑΚ ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να αποδώσει στον εντολέα καθετί που έλαβε για την εκτέλεση της εντολής ή απόκτησε από την εκτέλεση της, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως ή την φύση του αντικειμένου, επομένως και το πράγμα που αγόρασε σε εκτέλεση της εντολής.
Με τη σύμβαση της εντολής μπορεί να συνδέονται και ορισμένες οδηγίες του εντολέα προς τον εντολοδόχο, ενδεικτικές ή επιτακτικές. Στην περίπτωση των τελευταίων, ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς αυτές, απαρεγκλίτως, χωρίς να δικαιούται να κρίνει τη σκοπιμότητά τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 720 ΑΚ, ο εντολοδόχος, αν χρησιμοποίησε για τον εαυτό του χρήματα του εντολέα, οφείλει τόκο γι’ αυτά από τότε που τα χρησιμοποίησε. Χρησιμοποίηση χρημάτων από εντολοδόχο, που βρίσκονται στα χέρια του είτε γιατί δόθηκαν από εντολέα για την εκτέλεση της εντολής είτε αποκτήθηκαν από την εκτέλεση της εντολής για ίδιο σκοπό. Σημειώνεται δε ότι ουδόλως απαιτείται πταίσμα για την αξίωση του παραπάνω ποσού, αν υπάρχει θα πρόκειται για αδικοπραξία ή κακή εκπλήρωση.
Ο εντολοδόχος έχει υποχρέωση να ανορθώσει κάθε ζημία, την οποία υπέστη ο εντολέας και η οποία έχει γενεσιουργό αιτία το πταίσμα του εντολοδόχου. Ζημία, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, θετική μεν είναι η
ελάττωση της περιουσίας, αρνητική δε το κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων με πιθανότητα προσδοκώμενο κέρδος που ματαιώθηκε. Η αξίωση αποζημίωσης για ζημία, που προκλήθηκε από το ότι ο εντολοδόχος παρέλειψε οφειλόμενη από αυτόν κατά την εκτέλεση της εντολής ενέργεια,
θεμελιώνεται στα άρθρα 714 και 330 του ΑΚ, και όχι σε αδικοπραξία, εκτός αν συντρέχουν οι όροι του άρθρου 919 ΑΚ ή ειδικές περιστάσεις, που στοιχειοθετούν αδίκημα, οπότε υπάρχει συρροή αξιώσεων.
Ευθύνη αποζημιώσεως με βάση τη προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ έχει και εκείνος, που αποσιωπά ουσιώδεις πληροφορίες ή παραλείπει να ενημερώσει για επικείμενο κίνδυνο, εφ’ όσον ο αποσιωπήσας ή παραλείψας είχε την υποχρέωση να παράσχει πληροφορίες ή να ενημερώσει τον ζημιωθέντα. Τέτοια υποχρέωση παροχής πληροφοριών ή ενημερώσεως μπορεί να απορρέει, κατά τα ανωτέρω, από τη σύμβαση, την καλή πίστη ή από το νόμο.
Κατά τον Άρειο Πάγο (ΑΠ 891/2004, ΑΠ 1645/2010, ΑΠ 871/2012), «ο εντολοδόχος δεν αποκτά κυριότητα επί των προκαταβαλλομένων σ’ αυτόν χρημάτων, είτε η προκαταβολή γίνεται με παράδοση αυτών, είτε με τη
λογιστική μεταφορά τους στον προσωπικό λογαριασμό του εντολοδόχου σε τράπεζα με την οποία γίνεται αυτός δικαιούχος και αποκτά δικαίωμα ανάληψής τους κατά την προμνημονευθείσα διάταξη του άρθρου 2 § 1 του ν.δ. της 17.7/17.8.1923. Γι’ αυτό σε περίπτωση μη ανάλωσης και παράνομης ιδιοποίησης αυτών (προκαταβαλλόμενων χρημάτων) ο εντολοδόχος διαπράττει το αδίκημα της υπεξαίρεσης».
Η δικηγορική μας εταιρεία έχει χειριστεί υποθέσεις τέτοιας φύσης, όμως η απλή ανάγνωση του παρόντος δεν παρέχει πλήρη ενημέρωση, η οποία παρέχεται από τους δικηγόρους της εταιρείας μας.