Προϋπόθεση ασκήσεως δικαιώματος ελέγχου από τη «μικρήμειοψηφία» (1/20) είναι η καταγγελία συγκεκριμένων πράξεων, από τις οποίες πιθανολογείται η παραβίαση διατάξεων οποιουδήποτε νόμου ή του καταστατικού ή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης.
ΕφΑθ 145/2012
[…] Κατά το άρθρο 40 παρ. 1 και 2 του ΚΝ 2190/1920, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 23 του ΝΔ 4237/1962, «για τη ρύθμιση του έκτακτου ελέγχου ανώνυμης εταιρίας», όπως ισχύει μετά τον Ν 2339/1995, μέτοχοι που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου δικαιούνται να ζητήσουν από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρίας, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, τον έλεγχο της εταιρίας, αν παραβιάζονται διατάξεις νόμων ή του καταστατικού ή αποφάσεις της Γενικής Συνελεύσεως. Οι συνιστώσες την παραβίαση αυτή καταγγελλόμενες πράξεις πρέπει να έχουν τελεστεί σε χρόνο μη απέχοντα πλέον της διετίας από τον χρόνο εγκρίσεως του ισολογισμού της χρήσεως κατά την οποία φέρονται ότι τελέσθηκαν. Περαιτέρω, κατά την παρ. 3 του ίδιου ως άνω άρθρου 40, μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/3 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου (μεγάλη μειοψηφία) δικαιούνται επίσης να ζητήσουν έλεγχο της εταιρίας, εφόσον από την όλη πορεία των εταιρικών υποθέσεων «καθίσταται πιστευτόν» ότι η διοίκηση αυτών δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείριση. Η τελευταία αυτή διάταξη δεν εφαρμόζεται όταν η αιτούσα μειοψηφία εκπροσωπείται στο διοικητικό συμβούλιο. Με τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 1, 2 και 3 ρυθμίζεται το δικαίωμα εκτάκτου ελέγχου της εταιρίας με αίτηση της μειοψηφίας, διακρίνεται δε αυτό αναλόγως του ποσοστού συμμετοχής των αιτούντων στο καταβεβλημένο εταιρικό κεφάλαιο, καθώς και του είδους των καταγγελλομένων πράξεων. Προϋπόθεση ασκήσεως δικαιώματος ελέγχου από τη «μικρή μειοψηφία» (1/20) είναι η καταγγελία συγκεκριμένων πράξεων, από τις οποίες πιθανολογείται η παραβίαση διατάξεων οποιουδήποτε νόμου ή του καταστατικού ή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης, με σκοπό, κατά κύριο λόγο, την προστασία των συμφερόντων των ενδιαφερομένων προσώπων και ιδιαίτερα της μειοψηφίας των μετόχων, η οποία επιτυγχάνεται ιδίως με τη συλλογή του αναγκαίου αποδεικτικού υλικού για τη θεμελίωση τυχόν αξιώσεως αποζημιώσεως κατά των μελών του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας ή κατ` άλλων υπευθύνων ή την επίκριση του διοικητικού συμβουλίου και τη διαφώτιση της Γενικής Συνέλευσης. Αντιθέτως, ο έκτακτος έλεγχος της «μεγάλης μειοψηφίας» (1/3) δεν είναι μόνο έλεγχος νομιμότητας (χρηστότητας), αλλά είναι και ο έλεγχος σκοπιμότητας (σύνεσης), δηλαδή επεκτείνεται στην εξακρίβωση, του αν οι εταιρικές πράξεις ωφελούν ή ζημιώνουν την εταιρία, ήτοι αν επαυξάνουν το ενεργητικό και τα κέρδη της. Μόνη αρνητική προϋπόθεση του ελέγχου της «μεγάλης μειοψηφίας» είναι να μη εκπροσωπείται αυτή στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας δ` εκπροσώπων της, πολλώ δε μάλλον να μη συμμετέχει κάποιο μέλος της στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας. Η αρνητική αυτή προϋπόθεση δεν ισχύει για τον έλεγχο από τη «μικρή μειοψηφία», αφού ούτε από το γράμμα αλλά ούτε και από το πνεύμα του νόμου διαφαίνεται πρόθεση του νομοθέτη να επιβάλει τέτοια προϋπόθεση στην άσκηση του δικαιώματος ελέγχου της «μικρής μειοψηφίας». Η αίτηση μπορεί να στρέφεται κατά του νομικού προσώπου της εταιρίας αλλά και κατά των μελών της ελεγκτέας διοικήσεως, τα οποία ομοδικούν (άρθρο 74 παρ. 2 ΚΠολΔ), ως συνυποκείμενα με εκείνην (διοίκηση) στον έλεγχο και ευθυνόμενα είτε εκ της εντολής είτε εκ του αδικήματος (Ι. Μάρκου, Τα δικαιώματα ελέγχου της μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρία, Αρμ 1979,476. Nισυραίος, To Δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρίας, τόμ. 5ος – Ελεγκτές και δικαιώματα της μειοψηφίας, σελ. 412.1, Πασσιάς, To Δίκαιο της Ανωνύμου Εταιρίας, σελ. 782 επ. Ι. Παπαγιάννης, Δίκαιο Ανωνύμων Εταιριών, σελ. 491 επ. ΑΠ 9/1980 ΝοΒ 28,1129. ΑΠ 578/1979 ΝοΒ 27,1607, ΕφΑΘ 763/1999 ΕΕμπΔ 2000,315, ΕφΠειρ 1329/1997 ΔΕΕ 1998,473). Για την παραδοχή της αίτησης απαιτείται, κατά το άρθρο 40 παρ. 2 του Ν 2190/1920, πιθανολόγηση ότι, με τις καταγγελλόμενες πράξεις, παραβιάζονται διατάξεις των νόμων ή του καταστατικού της εταιρίας ή των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης, η δε αξιούμενη πιθανολόγηση έχει ως αντικείμενο πραγματικά γεγονότα και όχι τον νομικό χαρακτηρισμό των γεγονότων που επικαλούνται οι αιτούντες ως παραβιάσεων (ΑΠ 289/1999 ΕΕμπΔ 52 (1999),322, ΕφΑΘ 4958/1994 ΕΕμπΔ 47,88). Εξ άλλου, παρότι στο άρθρο 40 ο νομοθέτης αναφέρεται σε μετόχους, έχοντας προφανώς υπόψη το γεγονός ότι συνήθως ένας μέτοχος δεν συγκεντρώνει το απαιτούμενο από τον νόμο ή από το καταστατικό ποσοστό μετοχικού κεφαλαίου, είναι προφανές ότι και ένας μόνο-μέτοχος μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα ελέγχου, εφόσον συγκεντρωνει το απαιτούμενο ποσοστό κεφαλαίου {, ό.π., τόμ. 5ος, σελ. 1065).
Η δικηγορική μας εταιρεία έχει χειριστεί υποθέσεις τέτοιας φύσης, όμως η
απλή ανάγνωση του παρόντος δεν παρέχει πλήρη ενημέρωση, η οποία παρέχεται από τους δικηγόρους της εταιρείας μας.