ΣτΕ 1297/2022, 1298/2022: Ρύθμιση του τρόπου ασκήσεως του δικαιώματος της υπαιθρίου διαφημίσεως –Ειδικότερο καθεστώς που ρυθμίζει την υπαίθρια διαφήμιση στο Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας διατάξεις – Μη εφαρμογή των γενικών πολεοδομικών διατάξεων.

ΣτΕ 1297/2022, 1298/2022: Ρύθμιση του τρόπου ασκήσεως του δικαιώματος της υπαιθρίου διαφημίσεως –Ειδικότερο καθεστώς που ρυθμίζει την υπαίθρια διαφήμιση στο Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας διατάξεις – Μη εφαρμογή των γενικών πολεοδομικών διατάξεων.

Οι διοικητικές πράξεις που αποσκοπούν στην ρύθμιση του τρόπου ασκήσεως του δικαιώματος της διαφημίσεως όσο και οι πράξεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων για τοποθέτηση αυθαίρετης διαφημιστικής πινακίδας ή επιγραφής εκδίδονται βάσει των ειδικών διατάξεων του ν. 2946/2001 περί υπαιθρίου διαφημίσεως και όχι βάσει των γενικών διατάξεων που διέπουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόμιμη ανέγερση κτισμάτων ή κατασκευών (βλ. ΣτΕ 2304/2016, 552/2008, πρβλ. ΣτΕ 1363/2018, 618/2011). Η δε εφαρμογή των γενικών διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας επί αυθαιρέτων διαφημιστικών πινακίδων και επιγραφών υποχωρεί ομοίως και στην περίπτωση που εφαρμόζεται το όλως ειδικό καθεστώς του ν. 2833/2000, όπως ισχύει.

Απόφαση 1297/2022

TO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Ε’

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Απριλίου 2022, με την εξής σύνθεση: Μαργαρίτα Γκορτζολίδου, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Χρήστος Ντουχάνης, Αγγελική Μίντζια, Σύμβουλοι, Δημήτριος Πυργάκης, Ανθή Σπανού, Πάρεδροι. Γραμματέας η Γεωργία Σιμάτη.

Για να δικάσει την από 5 Σεπτεμβρίου 2019 έφεση: του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος παρέστη με την δικηγόρο ………………., που την διόρισε με πληρεξούσιο, και η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της,

κατά της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία “ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙ KO ΑΘΗΝΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΙΑΤΡΕΙΟ – ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ” και τον διακριτικό τίτλο “ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΚΟ ΑΘΗΝΩΝ Μ.Η.Ν”, που εδρεύει στην Αθήνα (Βασιλίσσης Σοφίας 64), η οποία παρέστη με την δικηγόρο Διαμαντούλα Αλεξανδροπούλου (Α.Μ. 29023), που την διόρισε με πληρεξούσιο,

και κατά της υπ’ αριθ. 1099/2019 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Δημητρίου Πυργάκη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια της εφεσίβλητης εταιρείας, η οποία ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίσιν εφέσεως.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης έφεσης δεν απαιτείται κατά νόμον η καταβολή παράβολου.

2. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση ζητείται η εξαφάνιση της 1099/2019 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή η από 8.9.2016 αίτηση ακυρώσεως της εφεσίβλητης εταιρίας και ακυρώθηκε η από 26.7.2016 απόφαση (11η Συνεδρίαση, θέμα 6ο) του Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων -ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. – Περιφερειακής Ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής.

3. Επειδή, με την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010 (Α’ 213) προστέθηκε στην παρ. 1 του άρθρου 58 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) δεύτερο εδάφιο, το οποίο, εν συνεχεία, αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 παρ. 3 του ν. 4446/2016 (Α’ 240/22.12.2016) ως εξής: «Η έφεση επιτρέπεται, μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο σχετικό δικόγραφο, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση». Κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, ο εκκαλών βαρύνεται δικονομικώς με την υποχρέωση, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της εφέσεώς του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένουςισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο, για καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους, είτε ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, δηλαδή επί ζητήματος ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, η οποία είναι κρίσιμη για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγόμενης διαφοράς, είτε ότι οι παραδοχές της εκκαλούμενης αποφάσεως επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, η επίλυση του οποίου ήταν αναγκαία για τη διάγνωση της οικείας υποθέσεως, έρχονται σε αντίθεση προς παγιωμένη ή πάντως μη ανατραπείσα νομολογία, επί του αυτού νομικού ζητήματος και υπό τους αυτούς όρους αναγκαιότητας για τη διάγνωση των σχετικών υποθέσεων ενός τουλάχιστον εκ των τριών ανωτάτων δικαστηρίων (ΣτΕ, Α.Π., Ελ Σ) ή του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. (ΣτΕ 2594/2019, 1462/2018, 2706/2016 κ.ά.).

4. Επειδή, από την εκκαλούμενη απόφαση και τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Η εφεσίβλητη εταιρία παρέχει ιατρικές υπηρεσίες για την πρόληψη, διάγνωση και θεραπεία οφθαλμολογικών παθήσεων, στα πλαίσια της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας από το έτος 2001, αρχικά με το διακριτικό τίτλο «ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΚΟ ΑΘΗΝΩΝ Day Clinic» και στη συνέχεια με τον διακριτικό τίτλο «ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΚΟ ΑΘΗΝΩΝ Μ.Η.Ν.». Από το έτος 2002, η εφεσίβλητη λειτουργούσε σε ακίνητο στον δεύτερο όροφο οικοδομής επί της Λεωφ. Β. Σοφίας, αρ. 64, στην Αθήνα. Επιπλέον, διατηρούσε και Μονάδα Ημερήσιας Νοσηλείας Χειρουργικού Τομέα Οφθαλμολογικής ειδικότητας, δυνάμει της 278/8.6.2012 άδειας του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, στο ισόγειο- ημιυπόγειο-μεσώροφο της ίδιας οικοδομής, συνολικού εμβαδού 473,99 τμ., δυνάμει του από 25.4.2010 συμφωνητικού μίσθωσης. Κατά την αυτοψία που διενεργήθηκε στις 2.7.2013 από υπαλλήλους της Διεύθυνσης Σχεδίου Πόλεως και Πολεοδομίας (Τμήματος Ελέγχου Κατασκευών) του Δήμου Αθηναίων, διαπιστώθηκε η τοποθέτηση «μεταλλικής κατασκευής στήριξης διαφημιστικής πινακίδας διαστάσεων 3,20 επί 1,00 επί της πρόσοψης κτηρίου» στη Λεωφ. Βασιλ. Σοφίαςαρ. 64 (περιοχή Ιλίσια – Αθήνα), με φερόμενη ιδιοκτήτρια την εφεσίβλητη εταιρεία και περιεχόμενο «ΟΦΘΑΛΜΟΛΟΓΙΚΟ ΑΘΗΝΩΝ Laser Center». Με τη συνταχθείσα κατά την ίδια ως άνω ημερομηνία (2.7.2013) έκθεση αυτοψίας, η ως άνω κατασκευή χαρακτηρίστηκε ως «αυθαίρετη και κατεδαφιστέα», σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 1337/1983 (Α’ 33), το άρθρο 22 παρ. 1 και 3 του ν. 1577/1985 (Γ.Ο.Κ., Α’ 210), όπως αυτός τροποποιήθηκε με τον ν. 2831/2000 (Α’ 140), και τον ν. 4067/2012 (Ν.Ο.Κ., Α’ 79), υπαγόμενη στην κατηγορία αυθαιρέτου του άρθρου 1 παρ. 1β (πολεοδομικά αυθαίρετο) της ΚΥΑ 9732/27.2.2004 (ΕΓ 468) και του ν. 4014/2011 (Α’ 209), και επιβλήθηκαν σε βάρος της εφεσίβλητης, ως φερόμενης ιδιοκτήτριας, πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου, προσδιοριζόμενα στο κατ’ ελάχιστο ποσό των 500 ευρώ και 500 ευρώ, αντίστοιχα. Κατά της έκθεσης αυτοψίας, ο νόμιμος εκπρόσωπος της εφεσίβλητης εταιρίας άσκησε την 170967/31.7.2013 ένσταση ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 4 του π.δ. 267/1998 (Α’ 195), την οποία συμπλήρωσε με το 004349/2.4.2014 υπόμνημά του. Με την ένσταση υποστήριξε ότι αναληθώς βεβαιώνεται η ύπαρξη αυτόνομης μεταλλικής κατασκευής επί της πρόσοψης του κτιρίου, καθόσον αυτή υφίσταται ως ενιαίο σύνολο με νόμιμη επαγγελματική επιγραφή και το πλαίσιό της, που έχει τοποθετηθεί σε κτίριο ευρισκόμενο στο ειδικά προστατευόμενο κέντρο της Αθήνας, όπως καθορίζεται με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 2833/2000 (Α’ 150). Κατά την εφεσίβλητη, για την τοποθέτησή της είχε λάβει έγκριση του αρμοδίου Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, ενώ δεν απαιτείται έκδοση οικοδομικής άδειας, καθόσον δεν έχουν εφαρμογή οι πολεοδομικές διατάξεις περί χαρακτηρισμού αυθαιρέτων κατασκευών. Ως εκ τούτου, κατά την εφεσίβλητη, αναρμοδίως συντάχθηκε έκθεση αυτοψίας από όργανα της πολεοδομικής υπηρεσίας. Η ως άνω ένσταση διαβιβάστηκε προς εξέταση στο ΣυμβούλιοΠολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων – ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. Περιφερειακής Ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, αφού προηγουμένως είχε συνταχθεί σχετικά, επί των περιλαμβανομένων στην προμνησθείσα ένσταση λόγων, η 231629/ 20.7.2016 εισήγηση της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων. Κατά τη συζήτηση της ένστασης ενώπιον του ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α., δεδομένης και της κατάθεσης σχετικής προσφυγής από διαχειριστή μονοπρόσωπης οφθαλμολογικής εταιρείας, εδρεύουσας στο ίδιο ακίνητο, το ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α., αφού έλαβε υπόψη όλα τα προσκομιζόμενα ενώπιον του στοιχεία, καθώς και τις απόψεις που προέβαλαν οι ενδιαφερόμενοι, εξέδωσε την προσβαλλόμενη με την αίτηση ακυρώσεως από 26.7.2016 πράξη του (11η Συνεδρίαση, θέμα 6ο). Με την πράξη αυτή απορρίφθηκε η ένσταση, με την αιτιολογία ότι η τοποθέτηση επιγραφών επί της πρόσοψης κτιρίων, διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 2 της 38110/2002 Υ.Α. (Β’ 1255), κατ’ εφαρμογή των άρθρων 2 παρ. 3 και 6 παρ. 2 του ν. 2946/2001 (Α’ 224), απαιτείται δηλαδή έκδοση οικοδομικής άδειας, επιπλέον της έγκρισης της πρώην ΕΠ.Α.Ε. και ήδη Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής, δεδομένου ότι με την υπουργική απόφαση αυτή, προβλέπονται ειδικές προδιαγραφές για τις επιγραφές επί των όψεων των κτιρίων, που κατισχύουν της προγενέστερης ειδικής διάταξης του ν. 2833/2000.

5. Επειδή, βάσει των ανωτέρω, με την εκκαλούμενη απόφαση κρίθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: οι διατάξεις του ν. 2833/2000 διατηρήθηκαν σε ισχύ με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2946/2001, οι δε διοικητικές πράξεις που αποσκοπούν στη ρύθμιση του τρόπου άσκησης του δικαιώματος της διαφήμισης ή της τοποθέτησης επαγγελματικής επιγραφής, όσο και οι πράξεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων για τοποθέτηση αυθαίρετης διαφημιστικής πινακίδας ή επιγραφής, εκδίδονται βάσει των ειδικών διατάξεων του ν. 2946/2001 ή του ν. 2833/2000, για το προαναφερθέν τμήμα της πόλης των Αθηνών, και όχι βάσει των γενικών διατάξεων που διέπουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόμιμη ανέγερση κτισμάτων ή κατασκευ Εξάλλου, με την έκθεση αυτοψίας της Υπηρεσίας Δόμησης του Δή(Αθηναίων, χαρακτηρίστηκε ως αυθαίρετη κατασκευή, «η μεταλλική κατασκευή στήριξης διαφημιστικής πινακίδας», κατά παράβαση των αναφερομένων σ’ αυτή πολεοδομικών διατάξεων. Όμως η επίμαχη επιγραφή, αποτελεί επαγγελματική επιγραφή, η οποία περιλαμβάνει τον διακριτικό τίτλο της εφεσίβλητης και σχηματική παράσταση ματιού, που αποτελεί το σήμα της, όπως έχει καταχωρηθεί στο οικείο μητρώο προ 26ετίας. Περαιτέρω, κατά την εκκαλουμένη, το καθεστώς των επαγγελματικών επιγραφών, ρυθμίζεται από τις ειδικές διατάξεις του ν. 2946/2001 και της κατ’ εξουσιοδότηση αυτού Κ.Υ.Α. 38110/2002 (και όχι του ν. 4067/2012 – Νέου Οικοδομικού Κανονισμού, ή άλλων πολεοδομικών διατάξεων), ενώ το καθεστώς των επαγγελματικών επιγραφών επί της Λεωφόρου Βασ. Σοφίας στο κέντρο της Αθήνας, όπως η επίδικη, ρυθμίζεται κατ’ εξαίρεση από τις ακόμη ειδικότερες διατάξεις του ν. 2833/2000, όπως συμπληρώθηκε με τον ν. 2947/2001 (Α’ 228), βάσει των οποίων επιτρέπεται η τοποθέτησή τους μόνο σε ισόγειους χώρους και κατόπιν ειδικής έγκρισης από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής (πρώην Ε.Π.Α.Ε.), χωρίς να απαιτείται η έκδοση άλλης άδειας. Στην υπό κρίση υπόθεση, το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής Περιφέρειας Αττικής της Περιφερειακής Ενότητας Κεντρικού Τομέα Αθηνών, με το 38/2013 πρακτικό, ενέκρινε την τοποθέτηση της επιγραφής της εφεσίβλητης στην συγκεκριμένη θέση του κτιρίου, με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Επίσης, όπως δέχεται η εκκαλουμένη, κατά τον χρόνο διενέργειας της αυτοψίας και σύνταξης της σχετικής έκθεσης, την αρμοδιότητα ελέγχου των υπαίθριων διαφημίσεων και επαγγελματικών επιγραφών, είχε η Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού του τότε Υ.ΠΕ.Κ.Α. και όχι ο Προϊστάμενος της πολεοδομικής υπηρεσίας του οικείου Δήμου. Εξάλλου, από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, δεν προκύπτει η ύπαρξη μεταλλικής στήριξης, ώστε να απαιτείται έκδοση οικοδομικής άδειας γιατην τοποθέτηση της επαγγελματικής επιγραφής της εφεσίβλητης. Ως εκ τούτου, κατά την εκκαλουμένη, αναρμοδίως η ανωτέρω Πολεοδομική Αρχή, προέβη στον χαρακτηρισμό ως αυθαίρετης της επαγγελματικής επιγραφής της εφεσίβλητης, κατ’ επίκληση πολεοδομικών διατάξεων που δεν έχουν εφαρμογή στην κρινόμενη υπόθεση και η προσβαλλόμενη απόφαση του ΣΥ.ΠΟ.Θ.Α. που επικύρωσε την έκθεση αυτοψίας, απορρίπτοντας την ένσταση της εφεσίβλητης, κατέστη μη νόμιμη και ακυρωτέα.

6. Επειδή με λόγο εφέσεως προβάλλεται ότι η Διεύθυνση Δόμησης του Δήμου Αθηναίων αρμοδίως προέβη στον χαρακτηρισμό ως αυθαίρετης της επαγγελματικής επιγραφής της εφεσίβλητης, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του π.δ. 267/1998, των άρθρων 4 παρ. 5 και 2 παρ. 19 του ν. 4067/2012 (Ν.Ο.Κ.), 6 του ν. 2946/2001, της Υ.Α 38110/2002 (Β’ 1255), και των άρθρων 17 παρ. 3 του ν. 3418/2005 (Α’ 287) και 15 του π.δ. 84/2001 (Α’ 70). Σε σχέση με την συνδρομή των όρων του άρθρου 58 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (άρθρο 12 παρ. 2 ν. 3900/2010, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 15 παρ. 3 ν. 4446/2016), ο εκκαλών Δήμος υποστηρίζει ότι ως προς το νομικό αυτό ζήτημα δεν υφίσταται νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας. Ειδικότερα, προβάλλει ότι «στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη απόφαση παρέλειψε να ερμηνεύσει ότι οι υπηρεσίες δόμησης είναι από τον νόμο αρμόδιες για τα ζητήματα των κατασκευών στις όψεις των κτιρίων, επομένως και των επιγραφών και των πλαισίων τους, έτσι, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση 56 του άρθρου 2 του ν. 4067/2012 (ΝΟΚ)».

7. Επειδή, στο άρθρο 2 του ν. 2833/2000 «Θέματα προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 και άλλες διατάξεις», όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με τα άρθρα 13 του ν. 2947/2001 (Α’ 228), 83 του ν. 3057/2002 (Α’ 239) και 2 παρ. 17 του ν. 3254/2004 (Α’ 137), προβλέπεται ότι στο τμήμα της πόλης των Αθηνών που περικλείεται από τις κατονομαζόμενες στη διάταξη αυτήν οδούς, στις οπο περιλαμβάνεται και η Λεωφόρος Βασ. Σοφίας (παρ. 1 εδ. πρώτο και παρ. 11), «απαγορεύεται η τοποθέτηση ή ανάρτηση υπαίθριων διαφημίσεων (προβολής εμπορικών … μηνυμάτων σε χειρόγραφη, έντυπη, φωτεινή, ηλεκτρονική ή άλλη μορφή)». Ορίζεται δε, περαιτέρω, ότι κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών υπαίθριων διαφημίσεων υπεράνω κτιρίων κειμένων εκτός αρχαιολογικών χώρων, κατόπιν άδειας του οικείου Ο.Τ.Α. διάρκειας έως 12 μηνών, που χορηγείται με σύμφωνη γνώμη της Β/βάθμιας ΕΠΑΕ (ήδη Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής) υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Περαιτέρω, στην παρ. 2 του ιδίου άρθρου, όπως αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, μετά την τροποποίησή της με την παρ. 2 του άρθρου 83 του ν. 3057/2002 και προ της αντικαταστάσεώς της με το άρθρο 8 παρ. 4 του ν. 4315/2014 (Α’ 269), ορίζεται ότι «[μ]ε απόφαση του προϊσταμένου του Τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ορίζεται υπάλληλος της Διεύθυνσης ο οποίος με τη διενέργεια αυτοψίας εκδίδει απόφαση, με την οποία χαρακτηρίζεται αυθαίρετη κάθε υπαίθρια διαφήμιση που τοποθετείται κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 2833/2000 και διατάσσεται η αφαίρεσή της. Με την ίδια διαδικασία διατάσσεται η αφαίρεση των υπαίθριων διαφημίσεων που έχουν τοποθετηθεί παρανόμως στην περιοχή της παραγράφου 1 πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος». Περαιτέρω, στην παρ. 9 του ίδιου ως άνω άρθρου, όπως αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με την παρ. 4 του άρθρου 83 του ν. 3057/2002, ορίζονται τα εξής: «Υπαίθρια διαφήμιση κατά την έννοια του παρόντος είναι η υπαίθρια και δημόσια προβολή με κάθε τρόπο και μέσο μηνυμάτων εμπορικού, επαγγελματικού χαρακτήρα ή άλλης συναφούς δραστηριότητας κάθε μορφής, όπως επίσης και κάθε επαγγελματική επιγραφή που δεν πληροί τους όρους του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Υπαίθριες διαφημίσεις κατά την παραπάνω έννοια συνιστούν ιδίως οι έντυπες, οι χειρόγραφες, οι φωτεινές ή φωτιζόμενες και οι ηλεκτρονικές ή άλλες διαφημίσεις μετά των πλαισίων, κάθε είδους υποστηριγμάτων ή άλλων πρόσθετων, σταθερών ή κινητών, κατασκευών που χρησιμοποιούνται για την τοποθέτησή τους: α) … β) σε οικόπεδα ή κτίρια, περιλαμβανομένων και των εσωτερικών επιφανειών των κτιρίων (υαλοπινάκων κ.λπ.), οι οποίες είναι προσιτές στην κοινή θέα, γ) Επιτρέπονται οι επαγγελματικές επιγραφές οι οποίες τοποθετούνται στις κύριες εισόδους των κτιρίων ή στις προθήκες και τις θύρες των ισογείων καταστημάτων και γραφείων, εφόσον δηλώνουν την επωνυμία και το αντικείμενο της εντός του κτιρίου ή τμήματος αυτού ασκούμενης δραστηριότητας ή την ιδιότητα των ενοίκων και η δευτεροβάθμια Ε.Π.Α.Ε. εγκρίνει τη μορφή τους, τις διαστάσεις, το είδος των χρησιμοποιούμενων υλικών, το χρωματισμό, τη θέση, τον τρόπο στερέωσής τους και κάθε άλλη λεπτομέρεια. …». Τέλος, στην παρ. 12 του άρθρου 2 του ανωτέρω νόμου, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 83 του ν. 3057/2002, ορίζονται τα εξής: «Αρμόδιο δικαστήριο για την επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν από την εφαρμογή αυτού του άρθρου είναι το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και κατ’ έφεση το Συμβούλιο της Επικράτειας. Η προσφυγή ασκείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης και εκδικάζεται υποχρεωτικά εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεσή της. Η απόφαση δημοσιεύεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη συζήτηση. Στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών υπάγονται με το παρόν και όλες οι σχετικές εκκρεμείς δίκες. …». Οι ανωτέρω διατάξεις του ν. 2833/2000 διατηρήθηκαν σε ισχύ με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2946/2001 «Υπαίθρια διαφήμιση, Συμπολιτείες Δήμων και Κοινοτήτων και άλλες διατάξεις» (Α’ 224). Περαιτέρω, με τις διατάξεις του ν. 2946/2001 (Α’ 224), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζονται τα εξής: Άρθρο 1 «Στην έννοια της υπαίθριας διαφήμισης κατά το νόμο αυτόν, περιλαμβάνεται η υπαίθρια και δημόσια προβολή με κάθε τρόπο και μέσο, μηνυμάτων κάθε μορφής, για την προώθηση εμπορικών επαγγελματικών σκοπών ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων 2. Υπαίθριες διαφημίσεις κατά την παραπάνω έννοια συνιστούν ιδίως: α. Οι έντυπες, οι χειρόγραφες, οι φωτεινές ή φωτιζόμενες και οι ηλεκτρονικές ή άλλες διαφημίσεις σε: αα) … ββ) … ιδιωτικά κτίρια ή οικόπεδα β. …». Άρθρο 6 «1. Οι επιγραφές με τις οποίες προσδιορίζεται η θέση, η διεύθυνση, η ιδιότητα ή η επαγγελματική δραστηριότητα φυσικού προσώπου, ή η επωνυμία και το αντικείμενο δραστηριότητας, ενώσεως φυσικών προσώπων ή νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου γράφονται υποχρεωτικώς στην ελληνική γλώσσα. Επιτρέπεται επιπρόσθετη αναγραφή της επιγραφής σε άλλη γλώσσα με μικρότερα στοιχεία. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Χωροταξίας, Περιβάλλοντος και Δημόσιων Έργων και Πολιτισμού, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι προδιαγραφές και η διαδικασία τοποθέτησης των επιγραφών σε κτίρια και κοινόχρηστους χώρους, καθώς και η μορφή του περιεχομένου τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με την απόφαση αυτή, μπορεί να ορίζεται ότι για την τοποθέτηση επιγραφών, απαιτείται προηγούμενη άδεια του Δήμου ή της Κοινότητας, εφόσον οι διαστάσεις τους υπερβαίνουν ορισμένο μέγεθος ή έχουν συγκεκριμένο περιεχόμενο και να καθορίζεται ο τρόπος και τα αρμόδια όργανα ελέγχου. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της απόφασης αυτής, τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου και τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 11, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους διακοσίων χιλιάδων έως δύο εκατομμυρίων (200.000 – 2.000.000) δραχμών, ανάλογα με τις περιστάσεις και τη βαρύτητα της παράβασης, υπέρ του Δήμου ή Κοινότητας. Για την επιβολή και την είσπραξη του ανωτέρω προστίμου, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 8. 3…». Τέλος, με το άρθρο 2 της, εκδοθείσης κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 6 παρ. 2 του ν. 2946/2001, Κ.Υ.Α. 38110/9.9.2002 (Β’1255) καθορίστηκαν οι προϋποθέσεις, οιπροδιαγραφές, η μορφή, το περιεχόμενο και η διαδικασία τοποθετήσεως των κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 6 του ν. 2946/2001 επιγραφών.

8. Επειδή, εξάλλου, το άρθρο 22 του ΓΟΚ/1985 όριζε στη μεν παράγραφο 1 ότι, για την εκτέλεση οιασδήποτε εργασίας δομήσεως εντός ή εκτός οικισμού, απαιτείται οικοδομική άδεια της αρμοδίας πολεοδομικής υπηρεσίας, στην δε παράγραφο 3 ότι κάθε κατασκευή εκτελουμένη άνευ αδείας είναι αυθαίρετη και υπάγεται στις σχετικές για τα αυθαίρετα διατάξεις του ν. 1337/1983. Ομοίως, το άρθρο 4 του ν. 4067/2012, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει στη μεν παράγραφο 1 ότι, για την εκτέλεση οιασδήποτε εργασίας δόμησης (στις οποίες περιλαμβάνεται και η κατασκευή και προσθήκη οποιοσδήποτε μορφής εγκατάστασης, κατά τα ειδικώς οριζόμενα στις παρ. 1 περ. ζ’, 2 και 3, και μάλιστα στις όψεις των κτιρίων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2 παρ. 56 του ν. 4067/2012), απαιτείται άδεια δόμησης, στην δε παράγραφο 5 ότι κάθε κατασκευή που εκτελείται ή έχει εκτελεστεί, μεταξύ άλλων, χωρίς οικοδομική άδεια ή άδεια δόμησης είναι αυθαίρετη και κατεδαφιστέα. Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 παρ. 19 του ν. 4067/2012, οι «επιγραφές» συνιστούν «εγκατάσταση» κατά την έννοια του νόμου αυτού. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 4 του π.δ. 267/1998, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, προκύπτει ότι για τον χαρακτηρισμό κατασκευής ως αυθαιρέτου θεσπίζεται διοικητική διαδικασία, η οποία ολοκληρώνεται με απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 4 παρ. 4 του εν λόγω διατάγματος, εκδιδομένη κατόπιν ενδικοφανούς προσφυγής (ενστάσεως) του ενδιαφερομένου κατά της προβλεπομένης στο άρθρο 1 εκθέσεως αυτοψίας, με την οποία γίνεται ο χαρακτηρισμός του αυθαιρέτου και περιλαμβάνει τον υπολογισμό της αξίας αυτού και την επιβολή των προστίμων της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του ν. 1337/1983. Ειδικότερα, στις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 4 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος ορίζεται, μεταξύ άλλων ότι: «1. Κατά της έκθεσης αυτοψίας μπορεί να κάνει ένσταση κάθε ενδιαφερόμενος… 4. Η ένσταση εξετάζ από τετραμελή επιτροπή… Η επιτροπή, αφού εξετάσει τις απόψεις του ενδιαφερομένου , αποφαίνεται οριστικά επί της ένστασης, με αιτιολογημένη απόφαση, η οποία αναγράφεται πάνω στην ένσταση και υπογράφεται από τα μέλη και τον γραμματέα της … .Η απόφαση της επιτροπής είναι οριστική… .». Επίσης, με τον ν. 4030/2011 (Α’ 249), προβλέφθηκε η συγκρότηση του «Συμβουλίου Πολεοδομικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων» (ΣΥΠΟΘΑ) στην έδρα κάθε περιφερειακής ενότητας (άρθρο 30), στις αρμοδιότητες του οποίου ανήκει, μεταξύ άλλων, «η εξέταση των προσφυγών κατά των πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων των Υ.ΔΟΜ. (Υπηρεσιών Δόμησης), που εκδίδονται κατ’ εφαρμογήν του [ανωτέρω νόμου] και της νομοθεσίας περί αυθαιρέτων, καθώς και των ενστάσεων κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του π.δ/τος 267/1998 μετά από εισήγηση της αρμόδιας Υ.ΔΟΜ.» (άρθρο 31, όπως η παρ. β’ αυτού αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 49 παρ. 11 του ν. 4178/2013, Α’ 174/8.8.2013).

9. Επειδή, όπως έχει κριθεί, οι διοικητικές πράξεις που αποσκοπούν στην ρύθμιση του τρόπου ασκήσεως του δικαιώματος της διαφημίσεως όσο και οι πράξεις επιβολής διοικητικών κυρώσεων για τοποθέτηση αυθαίρετης διαφημιστικής πινακίδας ή επιγραφής εκδίδονται βάσει των ειδικών διατάξεων του ν. 2946/2001 περί υπαιθρίου διαφημίσεως και όχι βάσει των γενικών διατάξεων που διέπουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόμιμη ανέγερση κτισμάτων ή κατασκευών (βλ. ΣτΕ 2304/2016, 552/2008, πρβλ. ΣτΕ 1363/2018, 618/2011). Η δε εφαρμογή των γενικών διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας επί αυθαιρέτων διαφημιστικών πινακίδων και επιγραφών υποχωρεί ομοίως και στην περίπτωση που εφαρμόζεται το όλως ειδικό καθεστώς του ν. 2833/2000, όπως ισχύει. Ως εκ τούτου, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται ο εκκαλών Δήμος, υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικράτειας σχετικά με το νομικό ζήτημα του εφαρμοστέου καθεστώτοςως προς την αφαίρεση διαφημιστικών πινακίδων και επιγραφών και την επιβολή κυρώσεων, από την οποία συνάγεται ότι, σε περίπτωση εφαρμογής τόσο των ειδικών διατάξεων του ν. 2946/2001 περί υπαιθρίου διαφημίσεως όσο και των έτι ειδικότερων διατάξεων του ν. 2833/2000, οι οποίες ήταν εφαρμοστέες εν προκειμένω, αναρμοδίως επιλαμβάνονται οι πολεοδομικές αρχές, κατ’ επίκληση των γενικών πολεοδομικών διατάξεων. Τα δε άρθρα 17 του ν. 3418/2005 (Α’ 287) και 15 του π.δ. 84/2001 (Α’ 70) περί ιατρικής διαφήμισης, τα οποία επικαλείται ο εκκαλών Δήμος, ως εκ του περιεχομένου τους, δεν καθιστούν εφαρμοστέες τις γενικές πολεοδομικές διατάξεις περί αυθαιρέτων ούτε απονέμουν αρμοδιότητα ελέγχου στις πολεοδομικές αρχές. Με τα δεδομένα αυτά, το Διοικητικό Εφετείο δεν έσφαλε, ο δε προβαλλόμενος στη σκέψη 6 λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος.

10. Επειδή, με δεύτερο λόγο έφεσης, ο εκκαλών Δήμος προβάλλει ότι το Διοικητικό Εφετείο επελήφθη της υποθέσεως κατά χρόνον αναρμοδίως. Και τούτο, διότι κατά το άρθρο 2 παρ. 12 του ν. 2833/2000 η προσφυγή ασκείται εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης και εκδικάζεται υποχρεωτικά εντός 15 ημερών από την κατάθεσή της ενώ η απόφαση δημοσιεύεται εντός 15 ημερών από τη συζήτηση. Εν προκειμένω, η αίτηση ακύρωσης κατατέθηκε στις 12.9.2016, η υπόθεση συζητήθηκε στο Διοικητικό Εφετείο στις 5.2.2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στις 23.4.2019. Ο λόγος αυτός, ανεξαρτήτως συνδρομής της προϋποθέσεως παραδεκτού που προβλέπεται στο άρθρο 58 παρ. 1 εδ. β’ του π.δ. 18/1989 και ανεξαρτήτως του αν η ευδοκίμησή του θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, όπως προεκτέθηκε, εν προκειμένω η διαφορά ήχθη ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου ως ανακύπτουσα από πράξεις πολεοδομικών αρχών σχετικά με τον χαρακτηρισμό κατασκευών ως αυθαιρέτων και την επιβολή προστίμου κατ’ εφαρμογήν των γενικών διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας και όχι ως διαφορά που αν κατά την εφαρμογή της ειδικής διατάξεως του άρθρου 2 του ν. 2833/2000.

11. Επειδή, κατόπιν τούτων η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

Διά ταύτα

Απορρίπτει την έφεση.

Επιβάλλει στον εκκαλούντα Δήμο Αθηναίων τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης, η οποία ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Μάϊου 2022

Φόρμα Ενδιαφέροντος

Call Now Button