Ο ιδιαίτερος διασχηματισμός-διακόσμηση είναι το διακριτικό σημείο ή διακριτικό γνώρισμα ενός εμπορεύματος. Πρόκειται για δικαίωμα της επιχείρησης που διαθέτει το εμπόρευμα και η αντιγραφή του προστατεύεται απο το δίκαιο περί αθέμιτου ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με το αξίωμα αυτό η κρατούσα άποψη επιβάλλει την εννοιολογική διαφοροποίηση του διασχηματισμού από την ουσία του εμπορεύματος (Μαρίνος, Αθέμιτος Ανταγωνισμός, 2002 αρ. 532). Κατά αυτήν την έννοια ο διασχηματισμός προστατεύεται, όταν δεν ταυτίζεται με το προϊόν (ΠΠρΑθ 6998/1997 ΕΕμπΔ 1998 σ. 637, Ν. Ρόκας, Αθέμιτος Ανταγωνισμός 1975, σ. 160, Μαρίνος, ό.π. αρ. 532, Κουτσούκης, σε Ν. Ρόκα, Αθέμιτος Ανταγωνισμός, άρθρα 13-15 αρ. 186). Ως εκ τούτου, για να υπάρχει δικαίωμα στον διασχηματισμό, δεν επιτρέπεται αυτός να ταυτίζεται με το εμπόρευμα, το οποίο προορίζεται να διακρίνει (Μαρίνος, ό.π. αρ. 532).
Ο ιδιαίτερος διασχηματισμός αποτελεί το μέσο διάκρισης του εμπορεύματος στις συναλλαγές, προκειμένου να μπορέσει το εμπόρευμα να διαφοροποιηθεί από άλλα εμπορεύματα και να διαπιστωθεί η προέλευσή του από συγκεκριμένη επιχείρηση. Ο ιδιαίτερος διασχηματισμός αποτελεί το (αυθύπαρκτο) μέσο, του οποίου η διακριτική δύναμη αποτυπώνει το εμπόρευμα, ως έχει, στην συνείδηση του συναλλακτικού κοινού. Ο ιδιαίτερος διασχηματισμός είναι κάτι επιπρόσθετο στο εμπόρευμα, που δίνει το δικαίωμα στο συναλλακτικό κοινό να διαπιστώνει την προέλευση του εμπορεύματος από τη συγκεκριμένη επιχείρηση. Για αυτό ο ιδιαίτερος διασχηματισμός-διακόσμηση δεν ταυτίζεται με το εμπόρευμα, αλλά αποτελεί το μέσο διαφοροποίησης του εμπορεύματος και ταυτοποίησής του στις συναλλαγές. Καθίσταται όμως σαφές πως δεν υπάρχει προστατευόμενο δικαίωμα, όταν ο εμφανιζόμενος ως ιδιαίτερος διασχηματισμός ταυτίζεται ολοκληρωτικά με το εμπόρευμα του δικαιούχου.
Σε αυτά τα πλαίσια διατυπώνεται λοιπόν η άποψη, πως «διαμορφωτικά στοιχεία του εμπορεύματος τα οποία είναι τεχνικώς απαραίτητα για την κατασκευή του εμπορεύματος δεν αποτελούν ιδιαίτερο διασχηματισμό» (βλ. σε Ν. Ρόκα, ό.π. σ. 161, παράλληλα βλ. και σε ΠΠρΑθ 4757/2004 ΔΕΕ 2005 σ. 50 με παραπομπές, ΠΠρΑθ 6898/1997 ΕΕμπΔ 1997 σ. 638 με παραπομπές, Μιχαλόπουλος, παρατηρήσεις σε ΜΠρΑθ 3092/1987 ΕΕμπΔ 1987 σ. 652επ.). Προς την ίδια κατεύθυνση διαπιστώνεται πως στοιχεία που «η μορφολογία τους υπαγορεύεται αποκλειστικά από τεχνική αναγκαιότητα και καθορίζουν σύμφωνα με την αντίληψη των συναλλαγών την αξία του εμπορεύματος ή συνίστανται στην ουσία του προϊόντος», δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση ιδιαίτερο διασχηματισμό σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 3 του Ν. 146/1914 (Μαρίνος, ό.π. αρ. 533, Μιχαλόπουλος, ό.π. ΕΕμπΔ 1987 σ. 657). Το γεγονός πως σύμφωνα και με τα παραπάνω δεν αποτελεί διασχηματισμό «το σχήμα που επιβάλλεται από την φύση του προϊόντος» αλλά και το σχήμα που είναι «απαραίτητο για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος» οφείλεται στην εφαρμογή του άρθρου 3 παρ. 1 στοιχείο ε του Ν. 2239/1994 που αναλογικά εφαρμόζεται και στην περίπτωση των διακριτικών γνωρισμάτων του 13 Ν. 146/1914 και συνεπώς και του ιδιαίτερου διασχηματισμού-διακόσμησης (Παμπούκης, σε παρατηρήσεις ΕφΘεσσ 2659/2006 ΕπισκΕΔ 2006 σ. 1203).
Σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. βλ. ΠΠρΑθ 477/2005 ΕΕμπΔ 2005 σ. 385) διαπιστώνεται πως η νομολογία αποκλίνει από τα παραπάνω αναφερόμενα από την θεωρία ή τα παραβλέπει. Και έτσι δεν αξιολογεί πως δεν υπάρχει διασχηματισμός, επειδή το προϊόν ταυτίζεται με το προϊόν, αλλά επικεντρώνει την αξιολόγηση σε άλλα στοιχεία (π.χ. μη ύπαρξη διασχηματισμού λόγω έλλειψης πρωτοτυπίας στην ΕφΘεσσ 2659/2006 ΕπισκΕΔ 2006 σ. 1205, αν και δεν υπάρχει διασχηματισμός καθώς ο διασχηματισμός εκτείνεται και στο ίδιο το προϊόν, ή βλ. ΠΠρΑθ 4757/2004 ΔΕΕ σ. 50, όπου δεν γίνεται διαπίστωση της ταύτισης του διασχηματισμού με το εμπόρευμα).
For more topics related to acts of unfair competition click here
For merchandise/product copy infringement issues click here
Για τα ζητήματα απόσπασης πελατείας κάντε κλικ here
Η δικηγορική μας εταιρεία έχει χειριστεί υποθέσεις τέτοιας φύσης, όμως η
απλή ανάγνωση του παρόντος δεν παρέχει πλήρη ενημέρωση, η οποία παρέχεται από τους δικηγόρους της εταιρείας μας.